Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Ψυχραιμία, παιδιά Της Βένας Γεωργακοπούλου

Ψυχραιμία, παιδιά

Της Βένας Γεωργακοπούλου, Εφημερίδα των Συντακτών, 22.8.13
Μπαίνω στο ίντερνετ και ένα κύμα μίσους με πιάνει από τη μούρη. Ο ένας ξεσκίζει τον άλλο με γλώσσα που θα ζήλευε και η Ζαρούλια. Και από δίπλα το ονοματάκι και η φωτογραφία του. Ολοι κανονικοί άνθρωποι, της διπλανής πόρτας. Κανένας χρυσαυγίτης -που να τους βρω εγώ τους φασίστες φίλους στο facebook; Κι όλα εύκολα, γρήγορα, αστόχαστα. Σ” αυτό το τελευταίο δεν βγάζω τον εαυτό μου απέξω. Αλλα, να, δεν θα τολμούσα ποτέ να αποκαλέσω το «Βημα», τα «ΝΕΑ», το «Εθνος», την «Καθημερινή», μια οποιαδήποτε, δηλαδή, σοβαρή εφημερίδα, «Εφημερίδα των Ρατσιστών», όπως έκανε κάποιος χθες για τη δική μας, επειδή θύμωσε με το σαββατιάτικο χρονογράφημα του Γιάννη Ξανθούλη. Σαράντα φορές το διάβασα. Και τις σαράντα δεν τα πήρα με τον συγγραφέα του, το ξέρω το αιχμηρό του ύφος, αλλά με την Τσιγγάνα που καθοδηγεί στη ζητιανιά παιδάκι πράμα. Εκτός κι αν τα παιδάκια των Ρομά δεν έχουν δικαιώματα σ” αυτή την κοινωνία. Ειδικά τα κοριτσάκια; Ιδιοκτησία της φυλής και των παραδόσεών της. Θα με πούνε ρατσίστρια τώρα, αλλά δεν πειράζει. Εδώ με ρώτησαν ειρωνικά αν κάθισα κοντά στον… άνακτα όταν έγραψα στο facebook ότι καταγοητεύτηκα από τον «Πλούτο» του Σαββόπουλου. Μου είχαν στείλει τα μαντάτα λίγο πριν πάω να δω την παράσταση στο αμφιθέατρο του Κάστρου Καλαμάτας, Τρίτη βράδυ. Ο Νιόνιος, με προειδοποιούσαν, πήγε στο πάρτι της κουνιάδας του (κοίτα τώρα κάτι αστικές συνήθειες) και έπεσε πάνω στον Κοκό. Και αντί να τον πλακώσει στα χαστούκια, έμεινε, έφαγε και ήπιε ο αναίσθητος.


Εχω δει κι εγώ από κοντά τον… πώς να τον πω τώρα. Στην Επίδαυρο. Εγώ στις καλές θέσεις, αυτός στα πλαϊνά. Ενα βηματάκι να “κανα, γινόμουνα ηρωίδα του αντιβασιλικού κινήματος. Το μόνο που ένιωσα ήταν αμηχανία για την αμηχανία του. Κανένας δεν ασχολήθηκε μαζί του, κανένας δεν έφτυσε τον θίασο που έπαιζε, κανένας δεν υπονόησε ότι για να πάει ο… αποτέτοιος να τον δει, κάποιος θα ήταν φιλαράκι του.

Απ” αυτό το νέο (;) εθνικό μας σπορ, να τραβάμε με λύσσα διαχωριστικές γραμμές και να πιάνουμε τα χαρακώματα (κυρίως με κάθε άρθρο της Σώτης Τριανταφύλλου), ο «Πλούτος» του Σαββόπουλου με καθάρισε, με εξάγνισε. Εστω και για δυο ώρες. Γιατί βρήκε έναν τρόπο να πει τα πολιτικά του στην Παράβαση με ευγένεια, τρυφερότητα, χιούμορ και διακριτικότητα. Και ολόκληρη η κομματική βάση του ΣΥΡΙΖΑ Καλαμάτας να καθόταν στην κερκίδα, δεν θα είχε πάτημα να αντιδράσει, να γιουχαΐσει.

Εντάξει, ο Σαββόπουλος δεν μας απαλλάσσει εμάς, τους απλούς πολίτες, από την ευθύνη για την κρίση, δεν μας θεωρεί θύματα που ακολουθώντας τους διεφθαρμένους και αστόχαστους ηγέτες μας πέσαμε στον γκρεμό -άποψη που κάνει τζιζζ. Εντάξει, ο Σαββόπουλος παρουσιάζει το λαμόγιο του Αριστοφάνη σαν συνδικαλιστή. Μας θυμίζει τους τυφλούς που έβλεπαν και τους κουφούς που άκουγαν. Και, πάνω απ” όλα, η Πενία του δεν είναι γριά φρικτή και στρίγκλα, αλλά μια θεσπέσια, αξιοπρεπής γυναίκα (Μουτούση και ξερό ψωμί), που πρεσβεύει τη βλάσφημη θέση ότι η στέρηση μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία 

Βλέπω γύρω μου ότι αυτό το τελευταίο μπορεί να “ναι και αλήθεια. Οτι όταν σου κόβεται η ανάσα από την οικονομική ανασφάλεια, το ρίχνεις στη δουλειά. Τυφλά, φανατισμένα, για την ψυχή σου. Και δεν έχει σημασία που σ” το λέει ο Σαββόπουλος, που περνάει ζωή και κότα. Και ο Αλαβάνος, που θέλει να μας βάλει στη δραχμή, πλούσιος είναι, αλλά κανείς δεν του στερεί το δικαίωμα να έχει τέτοιες ακραίες πολιτικές απόψεις. Και ο Μίκης, φαντάζομαι, δεν ζει με ψωμί κι ελιές, αλλά μας καλεί σε επανάσταση. Και ο Μικρούτσικος έχει ευεργετηθεί από τους δύο Παπανδρέου, πατέρα και υιό, σε εποχές «ευμάρειας», αυτές που τώρα ξέρουμε τι σπατάλη και αδιαφάνεια έκρυβαν, αλλά κανένα πρόβλημα δεν έχει να τους καταγγείλει, όπως έκανε μια μέρα πριν από τον Σαββόπουλο, στο ίδιο καλαματιανό θεατράκι.

Γι” αυτό σας λέω. Και πείτε με αντιδραστική και ανάλγητη. Αλλωστε για μένα μιλάω. Δεν θέλω κανέναν να προσηλυτίσω. Μου «φτάνει μόνο ένα κύμα στ’ ακρογιάλι κι ένα σπιτάκι μοναχό στην αμμουδιά», μου «φτάνει μόνο η θερμή μας η αγκάλη κι η αγάπη μας π’ ανθίζει στην καρδιά».