Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Πρωτογενής τομέας και ανάπτυξη Του Κωστή Κασαπάκη


Πρωτογενής τομέας και ανάπτυξη


Του Κωστή Κασαπάκη*,19.4.2013
Τον τελευταίο καιρό πυκνώνουν οι αναλύσεις περί τα  «αναπτυξιακά», με επίκεντρο τις δυνατότητες που ανοίγονται, τάχα, στον αγροτικό τομέα να πρωταγωνιστήσει στην έξοδο από την κρίση.
Πολλοί και διάφοροι παντογνώστες, πολιτικοί ή δημοσιογράφοι, συνδικαλιστές ή πανεπιστημιακοί, από όλους σχεδόν τους  πολιτικούς χώρους, εμφανίζονται ειδικοί στις νέες καλλιέργειες, στα αρωματικά και ενεργειακά φυτά, στις λευκωματούχες ζωοτροφές, στη βιολογική γεωργία κ.ο.κ.
Δημιουργείται έτσι μια ψευδαίσθηση στον κόσμο ότι θα μπορούσε να γίνει ο πρωτογενής τομέας «ατμομηχανή» της οικονομικής ανάκαμψης, που όσο περισσότερο «διακηρύσσεται» τόσο πιο πεισματικά αρνείται να μας έρθει. Μερικοί μάλιστα θεωρούν πλεονέκτημα την ένταση εργασίας, που είναι όντως χαρακτηριστικό της αγροτικής παραγωγής, γιατί θα επιδράσει, λένε, καταλυτικά στη μείωση της ανεργίας.

Και να τα ρεπορτάζ για το «κύμα» επιστροφής νέων ανθρώπων από την πόλη στην ύπαιθρο,  και να  πετυχημένοι  μελισσοκόμοι και αμπελουργοί να περιγράφουν εξιδανικευμένες καταστάσεις, όπου η εργασία στο χωράφι δίνει καλό εισόδημα και το καθαρό περιβάλλον δίνει νόημα στη ζωή . Μέχρι και πρώην υπουργό είδαμε να καμαρώνει για τη σύγχρονη μονάδα σαλιγκαριών του.
Καλά όλα αυτά για τις τηλεοράσεις και όποιους αντιμετωπίζουν από μακριά τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν οι αγρότες μας, χωρίς να φοβούνται για την πάρτη τους. Ακούς εκεί να εισάγουμε φακές και πατάτες από την Αίγυπτο;  Τόσο τεμπέληδες πια οι αγρότες μας και αγοράζουμε φιστίκια και σταφίδες  από την Τουρκία;
Μάλλον δεν ενδιαφέρονται σοβαρά  όλοι αυτοί να σκεφτούν και να εμβαθύνουν ή ακόμα χειρότερα θέλουν να αποπροσανατολίσουν καλλιεργώντας αισιοδοξία και φρούδες ελπίδες.
Αυτό όμως που με ανησύχησε και μου έδωσε την αφορμή γι αυτό το κείμενο, είναι η ευκολία με την οποία προτείνονται «αριστερές» πολιτικές, που ισχυρίζονται ότι στοχεύουν στην  «αυτάρκεια» του αγροκτηνοτροφικού τομέα, για να αντιμετωπίσουν το μόνιμα πολύ αρνητικό ισοζύγιο της χώρας σε βασικά είδη διατροφής.
 Πολλά, πράγματι,  τα δισεκατομμύρια ευρώ των εισαγομένων κρεάτων αλλά και  προϊόντων γάλακτος και ζωοτροφών και οσπρίων, αλλά ο σημερινός κόσμος δεν μοιάζει σε τίποτα με τη δεκαετία του ΄50 που, πολύ σωστά τότε, η αγροτική μας πολιτική είχε στόχο τη σιτάρκεια.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης η στρατηγική σημασία της πάση θυσία αυτάρκειας σε προϊόντα διατροφής είναι δευτερεύον ζήτημα και ιδιαίτερα για μια μικρή χώρα  του αναπτυγμένου(;) κόσμου.
Κανείς δεν είναι τόσο βλάκας, στα ανοικτά σύνορα του σημερινού εμπορίου, να παράγει μπανάνες  θερμοκηπίου στο βορρά ή βοδινό κρέας με εισαγόμενες ζωοτροφές στην ξηροθερμική μεσόγειο! Καμιά μικρή χώρα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις πολυεθνικές στην παραγωγή φυτοφαρμάκων ούτε την Κίνα των ημερομισθίων του 1 ευρώ στο ρύζι ή τον απέραντο Καναδά και τις ΗΠΑ στο καλαμπόκι ή τη σόγια. Για ποια αυτάρκεια λοιπόν μιλάνε;
Ανεξάρτητα όμως από το θέμα της αυτάρκειας, όποιο πολιτικό πρόγραμμα προτάσσει τον πρωτογενή τομέα ή στηρίζεται σε αυτόν για την ανάπτυξη της χώρας μας, νομίζω ότι δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα.
Πόσο να αυξηθεί το 4-5% που συμμετέχει σήμερα στο ΑΕΠ μας η πρωτογενής παραγωγή, πόσους επενδυτές  να προσελκύσει, πόσους ανέργους να απορροφήσει, πόσο νέο πλούτο να παράξει, πόσες εισαγωγές φτηνών τροφίμων να υποκαταστήσει και πόσους φόρους να εισφέρει στον πίθο των Δαναΐδων του  δημόσιου χρέους;
Αυτά είναι τα πραγματικά ερωτήματα που πρέπει να μελετήσει πρώτα για να απαντήσει ο κάθε φιλόδοξος σωτήρας της χώρας. Αναμασήματα αποτυχημένων πολιτικών του παρελθόντος και φληναφήματα πολιτικάντηδων περί προστασίας της μικρομεσαίας αγροτιάς που αποτελεί τάχα τη «ραχοκοκαλιά» της χώρας, μόνο σοβαρά δεν είναι και ανάλογα χαρακτηρίζουν όποιον τα λέει.
Δεν αξίζει λοιπόν, θα μου πείτε, να ασχοληθεί κανείς με την αγροτική ανάπτυξη;
Κάθε άλλο. Αλλά γι αυτό θα με ανεχτείτε στο επόμενο, ήδη έτοιμο, κείμενο.
                                                                                                          
Γεωτεχνικός, με μακροχρόνια εργασιακή εμπειρία στο συνεταιριστικό χώρο.