Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Ανοιχτή επιστολή στον οπλοφόρο με το καλάσνικοφ Κώστας Κούρκουλος


Ανοιχτή επιστολή στον οπλοφόρο με το καλάσνικοφ

Κώστας Κούρκουλος, 16/01/2013


Πρόσθεσε στο FacebookΠρόσθεσε στο DeliciousΠρόσθεσε στο NewsvineΠρόσθεσε στο Twitter
Το ξέρω καλά. Είναι συνειδητό ψέμα η φιλολογία ενός μέρους της αριστεράς, πως είσαι παρακρατικός και πως σ’ έβαλε η ασφάλεια, για να χτυπήσει δήθεν το εργατικό κίνημα (που δεν υπάρχει). Τα ίδια έλεγαν άλλωστε οι ίδιοι και για τη “17Ν”. Μην τους ξεσυνερίζεσαι λοιπόν. Τις σχέσεις τους με τον εαυτό τους τακτοποιούν, διότι φοβούνται μη σε χρεώσουν σ’ αυτούς, αλλά και επειδή δαιμονοποιούν ό, τι δεν ελέγχουν.
Ξέρω επίσης καλά πως, παρότι οι πυροβολισμοί ή οι εμπρησμοί κατοικημένων χώρων, παραπέμπουν σε δράσεις ακροδεξιάς ή σε ήθος μαφίας (πολλές φορές πάνε και τα δύο μαζί), ότι δεν είσαι τίποτε απ’ όλα αυτά. Άλλωστε, αν πίστευα κάτι τέτοιο, δεν θα είχα τίποτε να σου πω. Όπως, ας πούμε, δεν έχω τίποτε να πω σε έναν μαφιόζο ή σε έναν ναζί που δολοφονεί.
Αντίθετα, πιστεύω πως είσαι αυτό που δηλώνεις. Ότι δηλαδή τουλάχιστον αισθάνεσαι κοινωνικός αγωνιστής ή και επαναστάτης. Δεν έχει άλλωστε καμία σημασία αν είσαι στην πραγματικότητα όλα αυτά - και ποιος μπορεί, χωρίς αυθαιρεσίες, να τα ορίσει; -  αλλά το πώς αισθάνεσαι. Γι’ αυτό και συνομιλούμε. Σε απάντηση λοιπόν στις τυφλές ενέργειές σου, επιλέγω το αντίθετο: Να σου στείλω σε ανοιχτή επιστολή ένα κείμενο που γράφτηκε από την αφεντιά μου πριν από περίπου δέκα χρόνια. Είναι απόσπασμα από το απολογητικό υπόμνημα ενός πολύ σοβαρού ανθρώπου, που κατηγορήθηκε για συμμετοχή στη  “17Ν” και τον οποίο ο υπογράφων υπερασπίστηκε ως συνήγορός του. Λέγαμε λοιπόν τότε:
«α) Η οργάνωση “17Ν” αποδύθηκε σε στρατιωτικού χαρακτήρα επιχειρήσεις. Αυτό εισάγει όμως τη μιλιταριστική αντίληψη στην πολιτική δράση. Και ως ιδεολόγημα και ως πολιτική πρακτική, πέραν των άλλων χαρακτηριστικών της, η μιλιταριστική εκδοχή της ιστορίας, είναι βαθύτατα αντιδραστική.
β) Η δράση της οργάνωσης είχε τα γνωστά θύματα. Κανένα όμως ιδεολόγημα, καμία φιλοσοφική παραδοχή, καμία πολιτική δοξασία ή θρησκευτική εμμονή, είναι δυνατόν να υπερβαίνουν την αξία της ανθρώπινης ζωής. Και ουδείς, είτε αυτόκλητος τιμωρός, είτε κρατικός φορέας, είτε υπερεθνικός οργανισμός, νομιμοποιείται να την θίγει.
Εδώ μάλιστα παρουσιάζεται το εξής οξύμωρο: Ενώ τα καθεστώτα στα οποία αντιπαρατάχθηκε η οργάνωση, καταργούσαν την ποινή του θανάτου, αυτή, παγιδευμένη στο μιλιταρισμό της, διεκδικούσε το δικαίωμα στο θάνατο.
γ) Θα προσθέσω και κάτι άλλο: Η οργάνωση προσέβαλλε μεν πρόσωπα, ως εκπροσώπους όμως θεσμών. Πραγματοποιούσε δηλαδή τη γνωστή αφαίρεση, που μόνο στη μιλιταριστική αντίληψη παρουσιάζεται, όταν προσβάλλεται ο “εχθρός” και όχι ο άνθρωπος.
δ) Πολλοί επίσης σχολιαστές, που ασκούν σήμερα κριτική στη «17Ν», υποπίπτουν στο εξής πολιτικό, ιστορικό και ηθικό ατόπημα: Αναφέρονται σε “αθώα θύματα”, προσδιορίζοντας κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις, που βρίσκονταν έξω από τους στόχους της οργάνωσης. Δεν υπάρχουν όμως “αθώα” ή “ένοχα” θύματα. Υπάρχουν απλώς θύματα.
ε) Η ιστορία της “ένοπλης πάλης”, αποδεικνύει τα εξής: Η όποια δράση “εν ονόματι του λαού”, αναπαράγει τους διαχωρισμούς, τους οποίους - κατά δήλωση- επιδιώκει να καταργήσει. Καθιστά το λαό θεατή της δράσης τρίτων, για τη δική του μοίρα, με όλα τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας του θεάματος. Εκτονώνει το λαϊκό αίσθημα, αλλά αναπαράγει και συντηρεί το καθεστώς της ετερονομίας και της παθητικότητας.
στ) Η κοινωνία των πολιτών, που είναι ένα σύγχρονο πολιτικό αίτημα, ή θα είναι αυτόνομη ιστορική δημιουργία της ίδιας της κοινωνίας, ή δεν θα υπάρξει . Γι’ αυτό, η υποκατάσταση της δράσης των πολιτών από αυτόκλητες “απελευθερωτικές ομάδες”, είναι τελικά μία βαθύτατα συντηρητική και αντιδραστική πολιτική συμπεριφορά».

Και μη μου πεις ότι εσύ υπηρετείς «ανώτερες αρχές». Διότι αυτός είναι ο σίγουρος δρόμος που οδηγεί πάντα στον ολοκληρωτισμό. Σου θυμίζω ότι το ίδιο θα ισχύει και για τους ναζί της Χ.Α. Διότι και αυτοί, «ανώτερες αρχές» επικαλούνται. Και ως γνωστόν, έχουμε την «ατυχία» να μην υπάρχει θεός για να ορίσει, τίνος οι αρχές είναι οι «ανώτερες». Γι’ αυτό και συνεχώς αναζητούμε τρόπους και βάζουμε κανόνες, για να αποφύγουμε τον κανιβαλισμό όσων θεωρούν τις δικές τους αρχές, υπέρτερες των άλλων.
Δεν τελειώσαμε όμως ακόμη. Από την εμπειρία μου, εντελώς βιωματικά, έχω αντιληφθεί και το εξής: Οι κοινωνικοί αγωνιστές είχαν πάντοτε ένα ξεχωριστό δημόσιο ήθος. Μη μου ζητάς να εξηγήσω περισσότερα. Επειδή λοιπόν, όπως και στην αρχή της επιστολής μου αναφέρω, πιστεύω πως αισθάνεσαι κοινωνικός αγωνιστής -δεν κρατάς άλλωστε όπλο ως μαφιόζος- γι’ αυτό σου ζητώ να διαβάσεις και ένα άλλο κείμενο, που είμαι σίγουρος ότι θα σε συγκλονίσει. Όπως και εμέ, όταν το διάβασα. Είναι του Δ. Ιωάννου και δημοσιεύθηκε το 1985 στο περιοδικό «Τετράδια», με τον τίτλο «Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα». Για να σε διευκολύνω, στο στέλνω κι αυτό: «Το να περάσεις μια γριούλα στο απέναντι πεζοδρόμιο αν δεν το θέλει, δεν είναι καλή πράξη, αλλά χουλιγκανισμός. Το να προσφέρεις τις ερωτικές σου υπηρεσίες σε μια γυναίκα αν δεν τις δέχεται, δεν είναι ερωτική πράξη, αλλά βιασμός. Και το να “απελευθερώσεις” αυτούς που δεν θέλουν να απελευθερωθούν, δεν είναι επαναστατική πράξη, αλλά φασισμός.»
Υ.Γ. Πριν από λίγες μέρες, ανακάλυψα στα χαρτιά μου έναν «αρχαιολογικό θησαυρό». Ήταν το χειρόγραφο της πρώτης προκήρυξης, που, αμέσως μετά τη δικτατορία και με ευκαιρία την πρώτη κατάληψη πανεπιστημιακού κτιρίου, κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη ο «χώρος» των «αυτόνομων». Η προκήρυξη -«δράστης» της οποίας ήταν ο υπογράφων, οπότε γνωρίζει και γιατί γράφτηκε- είχε ως αφορμή το εξής γεγονός: Ότι στις διάφορες συνελεύσεις, πρώτα αποφασίστηκε η κατάληψη της πανεπιστημιακής σχολής και μετά συζητήθηκαν τα αιτήματα. Αυτό μας έδωσε την ευκαιρία να μιλήσουμε στην προκήρυξη για τον «αυτοσκοπό» και την «ποίηση» της «εξέγερσης» (οι βαρύγδουπες εκφράσεις πάντα πάνε μαζί με την ανωριμότητα). Φαντασιωθήκαμε δηλαδή κάτι σαν καινούργιο «Μάη του 68». Αλλά ο «Μάης» δεν ήρθε. Κι’ εμείς μείναμε με την «ποίηση».
Ο σημερινός ήχος των καλάσνικοφ και οι εμπρησμοί κατοικημένων χώρων, αυτήν την ποίηση που κρατήσαμε μας καταστρέφουν. Γιατί επαγγέλλονται το θάνατο. Κι εμείς αποφασίσαμε να μην ξανακουστεί το «ζήτω ο θάνατος».
Η γενιά μου δεν συμβουλεύει. Γιατί κακοποιήθηκε από τις συμβουλές των προηγούμενων. Έμαθε όμως να απαιτεί. Γι’ αυτό και απαιτούμε: Κάτω τα καλάσνικοφ!!!