Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

4 + 1 λόγοι για τους οποίους οι λογαριασμοί της ΔΕΗ διαρκώς ακριβαίνουν


4 + 1 λόγοι για τους οποίους οι λογαριασμοί της ΔΕΗ διαρκώς ακριβαίνουν



από τον ιστότοπο Οikolopaidia
Είκοσι αυξήσεις σε πέντε χρόνια. Τόσες είναι περίπου οι ανατιμήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ από το 2008 μέχρι και σήμερα. Κάνουμε 21 με τηνεπόμενη, που θα έρθει σε τρεις δόσεις από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούλιο. Θα είναι όμως η 21η και η φαρμακερή;
4 + 1 λόγοι που δίνουν απάντηση:
1. Η εξάρτηση της ΔΕΗ από το πετρέλαιο. Τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου ηλεκτροδοτούνται σχεδόν αποκλειστικά από πετρέλαιο, το οποίο κοστίζει στη ΔΕΗ κάθε χρόνο εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ (το 2008 ξεπέρασε το 1 δις). Η διαφορά (ζημιά) ανάμεσα στο πολύ υψηλό κόστος ηλεκτροπαραγωγής και την πολύ χαμηλότερη τιμή πώλησης, καλύπτεται από τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ), που πληρώνουμε στους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Όσο αυξάνονται οι τιμές του πετρελαίου (στα διεθνή χρηματιστήρια), τόσο θα αυξάνεται και το κόστος για τους καταναλωτές.
Κόστος ΥΚΩ: ~700 εκατ. ευρώ ετησίως (στοιχεία 2011)
2. Οι κρυφές επιδοτήσεις υπέρ των ορυκτών καυσίμων. Οι περισσότεροι από εμάς ξέρουν το τέλος ΑΠΕ (βλ. παρακάτω), αλλά πόσοι έχουν ακούσει για τον μηχανισμό ανάκτησης μεταβλητού κόστος (ΜΑΜΚ) και τα αποδεικτικά διαθεσιμότητας ισχύος (ΑΔΙ) που στηρίζουν τα ορυκτά καύσιμα; Αν και τα κόστη δεν φαίνονται στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, επιβαρύνουν τελικά τον καταναλωτή και θα αυξάνονται όσο θα ακριβαίνουν τα εισαγόμενα καύσιμα.
Κόστος ΑΔΙ & ΜΑΜΚ: ~700 εκατ. ευρώ ετησίως (στοιχεία 2011)
3. Ο στρεβλός υπολογισμός της συμβολής και του κόστους των ΑΠΕ.Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, το τέλος ΑΠΕ που πληρώνουμε (νυν ΕΤΜΕΑΡ) θα ήταν 60% χαμηλότερο για τους καταναλωτές αν δεν υπήρχαν οι στρεβλώσεις υπέρ των ορυκτών καυσίμων και αυτό γιατί η διείσδυση των ΑΠΕ εξοικονομεί χρήματα από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, εξοικονόμηση που όμως δεν απολαμβάνουν οι καταναλωτές.
Κόστος τέλους ΑΠΕ (νυν ΕΤΜΕΑΡ): 60% υψηλότερο ετησίως
4. Το εξωτερικό κόστος της ηλεκτροπαραγωγής. Για περισσότερο από μισό αιώνα η ΔΕΗ (και κάθε κυβέρνηση διαχρονικά) παραβλέπουν την εξής αλήθεια: η επιβάρυνση της καύσης λιγνίτη στο περιβάλλον και την υγεία κοστίζει στην εθνική οικονομία και τους πολίτες (εκτιμάται από 1,5 δις – 4 δις ευρώ ετησίως). Ένα ελάχιστο μέρος αυτού του κόστους η ΔΕΗ καλείται να το πληρώνει (τα χρήματα αποτελούν εθνικούς πόρους για ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας και κοινωνικές πολιτικές) από 1η Ιανουαρίου 2013 μέσα από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Ρύπων.
Κόστος εμπορίας ρύπων (από 2013, με βάση σημερινές τιμές): ~400 εκατ. ευρώ ετησίως (και θα αυξάνεται έως το 2020)
Και το μπόνους
Οι διαρκείς αυξήσεις των λογαριασμών της ΔΕΗ καλύπτουν κόστη που δεν έχουν σχέση με την παραγωγή ενέργειας, αλλά περισσότερο με τις επιπτώσεις της χρήσης ορυκτών καυσίμων και τις στρεβλώσεις της αγοράς ενέργειας. Με άλλα λόγια, όσο δεν γίνονται δομικές αλλαγές στην αγορά ενέργειας (κατάργηση των μη αποδοτικών επιδοτήσεων και των στρεβλώσεων, μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, εξορθολογισμός των τιμολογίων), τόσο θα καλούμαστε να πληρώνουμε περισσότερα χρήματα χωρίς κανένα αντίκρισμα. Αν γίνουν όμως τέτοιες αλλαγές, τα χρήματα αυτά δεν θα καταλήγουν σε μία μαύρη τρύπα, αλλά σε νέες παραγωγικές επενδύσεις που θα συμβάλουν σε πιο καθαρή και οικονομική ηλεκτροπαραγωγή.
Αξία εξυγίανσης αγοράς ενέργειας: ανεκτίμητη
Αυτή η συζήτηση για τις αλλαγές στην αγορά ενέργειας έχει ξεκινήσει ήδη σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί  που θα κληθούν να αποφασίσουν για τις λύσεις, είναι οι ίδιοι που έχουν δημιουργήσει τα προβλήματα. Είναι οι γνωστοί φίλοι του λιγνίτη, αυτοί που λένε πάντα ‘καλές οι ΑΠΕ, αλλά κοστίζουν’.
Τα ορυκτά καύσιμα κοστίζουν πολύ παραπάνω, σε χρήματα και ανθρώπινες ζωές. Επειδή λοιπόν είναι τα δικά μας λεφτά και οι δικές μας ζωές, έχουμε έναν λόγο παραπάνω.